Το άρθρο 907 ΑΚ συνιστά μια «παρεξηγημένη» διάταξη, η οποία έχει επικριθεί όσο λίγες στον αστικό κώδικα. Παρά ταύτα, η ανάλυση του σκοπού και της λειτουργίας της αναδεικνύει τον κομβικό ρόλο της για την αποτροπή ανήθικων συναλλαγών συμπληρωματικά προς την εξίσου κομβική διάταξη του άρθρου 178 ΑΚ. Αμφότερες αρνούνται την προστασία της έννομης τάξης σε ανήθικες συναλλαγές (είτε κατά την κατάρτιση, άρθρο 178 ΑΚ, είτε κατά την αναστροφή τους, άρθρο 907 ΑΚ) και έτσι θέτουν τους συναλλασσομένους ενώπιον αυξημένων περιουσιακών κινδύνων, οι οποίοι τείνουν να δρουν αποτρεπτικά στην κατάρτιση ανήθικων συναλλαγών. Ειδικότερα, το άρθρο 907 ΑΚ καθιστά επισφαλή την ανήθικη συναλλαγή για τα εμπλεκόμενα μέρη και ιδίως γι’ αυτόν που προεκπληρώνει καθώς αρνείται την αναστροφή της σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί ο σκοπός της.

Η μελέτη αποτελεί ανεπτυγμένη εκδοχή ομώνυμης εισήγησης που παρουσιάστηκε από τον συγγραφέα στην Ένωση Αστικολόγων στη συνεδρίαση της 24.11.2022.

Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΕφΑΔΠολΔ, τεύχος 2/2023 (σελ. 150) και μπορείτε να το βρείτε στον ακόλουθο σύνδεσμο.

ΕΦΑΠΟΛΔ 2023, 150 – 907 ΑΚ, έννοια και περιεχόμενο

Στην παρούσα μελέτη εξετάζεται το ερώτημα αν οι περιορισμοί στη μεταβίβαση μετοχών που θέτει το καταστατικό ανώνυμης εταιρείας κατ’ άρθρο 43 ν. 4548/2018 καταλαμβάνουν και την παροχή ασφάλειας επί των μετοχών με τη μορφή είτε ενεχύρου είτε εξασφαλιστικής (καταπιστευτικής) μεταβίβασης. Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης, ο κύριος των δεσμευμένων μετοχών δεν επιτρέπεται να συστήσει ασφάλεια επ’ αυτών χωρίς να τηρήσει προηγουμένως τους όρους που θέτει το καταστατικό για τη μεταβίβαση των μετοχών· αν παρά ταύτα το πράξει, η ασφάλεια θα είναι άκυρη.

Το ερώτημα εξετάζεται αρχικά σε σχέση με το ενέχυρο, τόσο του ΑΚ όσο και του ν.δ. 17.7/13.8.1923 και του ν. 3301/2004, και εν συνεχεία σε σχέση με την καταπιστευτική (εξασφαλιστική) μεταβίβαση. Η ανάπτυξη γίνεται μεν ειδικά εν αναφορά προς την ανώνυμη εταιρεία, οι σκέψεις που παρατίθενται εφαρμόζονται όμως κατά βάση και στους αντίστοιχους περιορισμούς που θέτουν τα καταστατικά άλλων τύπων κεφαλαιουχικών εταιρειών.

Στη μελέτη αποκρούεται η κρατούσα γνώμη που θεωρεί ότι η σύσταση ενεχύρου καταλαμβάνεται από τους περιορισμούς του καταστατικού για τη μεταβίβαση των μετοχών και υποστηρίζεται ότι η σύσταση του ενεχύρου είναι κατά βάση ελεύθερη. Ομοίως υποστηρίζεται ότι επιτρέπεται η εξασφαλιστική μεταβίβαση ακόμη και χωρίς τήρηση των όρων του καταστατικού, εφόσον η μεταβίβαση είτε εγγράφεται στο βιβλίο μετόχων της εταιρείας αφότου το ασφαλιζόμενο χρέος καταστεί ληξιπρόθεσμο και απαιτητό ή έχει εξαρτηθεί από την αναβλητική αίρεση ότι το χρέος θα καταστεί ληξιπρόθεσμο και απαιτητό.

Για να κατεβάσετε τη μελέτη σε pdf πατήστε εδώ.

© Copyright 2000 - | PnpLawFirm | All Rights Reserved |