Το άρθρο 1399 § 1 ΑΚ συνιστά μια μάλλον αναχρονιστική ρύθμιση, η οποία δεν εντάσσεται ομαλά στη σύγχρονη νομοθετική αντίληψη για τις περιουσιακές σχέσεις των συζύγων. Αν εφαρμοζόταν χωρίς περιορισμούς με βάση το γράμμα της, θα οδηγούσε εν πολλοίς σε αποξένωση του εντολέα συζύγου (Ε) από την περιουσία του. Διότι θα του στερούσε όχι μόνο την ενημέρωση για τη διαχείρισή της αλλά και τους καρπούς της, στο μέτρο που υπερβαίνουν την υποχρέωση του Ε για συνεισφορά στις οικογενειακές ανάγκες κατ’ άρθρο 1389 ΑΚ. Ουσιαστικά δημιουργεί μια σχέση υποτέλειας ανάμεσα στον Ε και στον διαχειριστή σύζυγο (Δ), η οποία δεν συμβαδίζει με το σύστημα της περιουσιακής αυτοτέλειας των συζύγων στη σημερινή του μορφή. Προκειμένου να επιτευχθεί η αξιολογική εναρμόνιση του άρθρου 1399 § 1 ΑΚ με τις σύγχρονες νομοθετικές αντιλήψεις για τη συζυγική σχέση και τα δικαιώματα κάθε συζύγου στην περιουσία του, απαιτείται μια σειρά περιορισμών στο κανονιστικό του εύρος. Προς την αντίθετη κατεύθυνση, η ρύθμιση του άρθρου 1399 § 2 ΑΚ που επιτρέπει κατά πάντα χρόνο την ανάκληση της διαχείρισης ανταποκρίνεται στις ιδιαίτερες συνθήκες της έγγαμης συμβίωσης και εφαρμόζεται σε κάθε περίπτωση διαχείρισης, ακόμη κι όταν συμφωνείται αμοιβή ή άλλου είδους αντάλλαγμα για τον Δ. Ομοίως, το άρθρο 1396 ΑΚ που καθιερώνει μειωμένο μέτρο ευθύνης του Δ πρέπει να ερμηνευθεί με ευρύτητα ώστε να εφαρμοστεί και στη διαχείριση μεταξύ συζύγων, υπό την προϋπόθεση όμως ότι ο Δ δεν διενεργεί τη διαχείριση έναντι αμοιβής ή ανταλλάγματος, οπότε εφαρμόζονται οι γενικοί κανόνες.
Η παρούσα μελέτη αποτέλεσε τη βάση εισήγησης στο 9ο συνέδριο της Εταιρίας Οικογενειακού Δικαίου που έλαβε χώρα στις 17 και 18 Μαΐου 2024 στην Πάτρα με γενικό θέμα «Ζητήματα οικονομικών σχέσεων συζύγων και συντρόφων». Μπορείτε να κατεβάσετε τη μελέτη στον ακόλουθο σύνδεσμο: Ανάτυπο ΧρΙΔ 2024, 332